Ο Κάτω Καλαμώνας επί Ιταλοκρατίας.Το «PEVERAGNO»
Ο Κάτω Καλαμώνας επί Ιταλοκρατίας. Το «PEVERAGNO»
Οι Μουσουλμανικές οικογένειες που ζούσαν στον κάτω Καλαμώνα μέχρι το 1912, όταν ήλθαν οι Ιταλοί, άρχισαν να πωλούν τα κτήματά τους στους Θολοενούς, στους Δαματρενούς και στους Βιλλανοβιάτες και μόνο δύο οικογένειες έμειναν μέχρι το 1927. Αυτές ήταν οι οικογένειες, του Αρίφ, με 4 παιδιά, τρείς θυγατέρες ένα αγόρι, και του Ισμαήλ, με 5 παιδιά, 3 θυγατέρες και 2 αγόρια.
Με βάση το διάταγμα των Ιταλών, αρ. 46/1925, στα 1927 άρχισαν να απαλλοτριώνουν από τους Χριστιανούς ιδιοκτήτες, δηλ. τους Θολοενούς, τους Δαματρενούς και τους Βιλανοβιάτες τα κτήματά τους της περιοχής του «Κάτω Καλαμώνα» για να δημιουργήσουν την ιταλική εταιρία "Società Agricola Frutticoltura" “(Φρουτοκαλλιεργητική Εταιρία Ρόδου). Μέσα στα κτήματα των Ελλήνων χριστιανών που απαλλοτρίωσαν χωρίς μια λιρέτα, ήταν και εκείνα που ανήκαν στις δύο τελευταίες μουσουλμανικές οικογένειες που προαναφέραμε, αλλά αυτούς τους πλήρωσαν για τα κτήματα που τους πήραν, κάτι που δεν έγινε για τους χριστιανούς. Το σύνολο των στρεμμάτων που απαλλοτρίωσαν ήταν περίπου 10.000 στρέμματα και η έκταση αυτή κάλυπτε όλη την περιοχή, από το δάσος του «Πελεκάνου», τον «Κάτω Καλαμώνα», έφθανε μέχρι τα σύνορα της Δαματριάς και μέχρι εκεί στο δρόμο τον κεντρικό που ενώνει την πόλη της Ρόδου, με τα «έξω χωριά», όπως συνηθίζαμε παλιά να ονομάζουμε τον δρόμο «Ρόδου-Καμείρου», ως διασταύρωση του κεντρικού δρόμου (Κεντράλε και Δαματριά).
Το τσιφλίκι του Θολού δεν το άγγιξαν, γιατί ιδιοκτήτης του, ο Τούρκος Αγάς, ήταν Γαλλικής Υπηκοότητας. Σε αυτήν την έκταση που περιήλθε στην ιδιοκτησία των Ιταλών, με τον τρόπο που προαναφέραμε, για λογαριασμό της Εταιρίας "Società Agricola Frutticoltura" οι Ιταλοί καλλιέργησαν 2850 στρέμματα με αμπέλια και 8.500 στρέμματα με ελαιόδεντρα. Επίσης καλλιέργησαν και αρκετά στρέμματα με οπωροφόρα δέντρα, ιδίως ροδακινιές, δαμασκηνιές και βερικοκιές, με 3-4 ποικιλίες κάθε είδους από αυτά τα φρουτόδεντρα. Τα Ροδάκινα τα έκαναν εξαγωγή στην Αίγυπτο. Για να καλλιεργήσουν όμως αυτά τα δέντρα συστηματικά και ομοιόμορφα, έφεραν Ιταλικές οικογένειες ακτημόνων και τις εγκατέστησαν σε αυτόν τον χώρο.
Για την εγκατάσταση των Ιταλικών οικογενειών, έκτισαν αρκετές αγροικίες (περίπου 45), διάσπαρτες μέσα σε αυτήν τη έκταση, από την περιοχή της Δαματριάς μέχρι τα σύνορα του Θολού, και μέχρι πάνω, κοντά στην κοιλάδα,
Το διοικητικό κέντρο αυτού του Ιταλικού οικισμού, σχηματίστηκε λίγο πιο κάτω από την Κοιλάδα του “Πελεκάνου” και ακριβώς γύρω από τον χώρο που ήταν το τζαμί . Στην περιοχή γύρω από το Τζαμί σχημάτισαν την κεντρική πλατεία του οικισμού και γύρω από αυτήν κατασκεύασαν κτίρια για τη στέγαση των διαφόρων Διοικήσεων και Υπηρεσιών.
‘Έτσι, καθώς ερχόμαστε από την Ρόδο προς Πελεκάνο, έκτισαν το Αστυνομικό τμήμα, ένα διώροφο, με κουζίνα στο πλάι, το γραφείο του Διοικητή, πιο δίπλα ένα παντοπωλείο, στο υπόγειο του οποίου υπήρχε φούρνος για ψωμί παραδίπλα κτίστηκε αίθουσα που χρησιμεύει για ραφείο και άλλη μια για κουρείο.
Απέναντι από αυτές τις αίθουσες, ήταν το λογιστήριο της εταιρείας και συνεχόμενη μεγάλη αίθουσα 15 Χ18, για το «FACHIO». Εκεί κάθε απόγευμα, ιδίως τα Σάββατα μαζεύονταν οι φασίστες και έβγαζαν λόγους.
Δίπλα ήταν το ιατρείο και το σπίτι του Ιατρού. Στο ύψωμα που βρισκόταν προς τα αριστερά της
Πλατείας έκτισαν ένα μεγάλο σχολικό κτίριο και δίπλα το σπίτι του Διευθυντή. Πάνω σε αυτό το ύψωμα δίπλα από το σχολείο, σχηματιζόταν μια μεγάλη πλατεία στο κέντρο της οποίας έκτισαν βάθρο, πάνω στο οποίο τοποθετούσαν την Ιταλική σημαία Κάθε πρωί έκαναν την ύψωση (έπαρση) της σημαίας τους ψάλλοντας διάφορα «φασιστικά» τραγούδια. Σε αυτήν την πλατεία έκαναν επίσης το διάλειμμα τους τα παιδιά του Σχολείου.
Στο απέναντι από το σχολείο σημείο της πλατείας ήταν ένα άλλο ύψωμα, πάνω στο οποίο υπήρχε το Τζαμί.
Οι Ιταλοί αφού ισοπέδωσαν αυτό το ύψωμα, δεν κατεδάφισαν το Τζαμί, αλλά απλά, χάλασαν την πρόσοψή του, και κατασκεύασαν εκεί τη δική τους Εκκλησία, κάνοντας τις απαραίτητες τροποποιήσεις και προσθήκες.
‘Ένα τμήμα του «μιναρέ» του Τζαμιού, όπου ανέβαινε ο χότζας (Ιερέας), το χάλασαν και το μετέστρεψαν σε καμπαναριό, με 4 καμπάνες.
Την προσθήκη που έκαναν στο τζαμί όταν το μετέτρεψαν σε Ιταλική Εκκλησία, την σκέπασαν με ξυλοκατασκευή και κεραμίδια και το όνομα που έδωσαν στην Εκκλησία τους ήταν «SANTA MARIA DELL ESTELLE» δηλαδή «Αγία Μαρία των Άστρων», και την αφιέρωσαν στην Παναγιά.
Εκτός από την εκκλησία δημιούργησαν και τον δρόμο για τον Γολγοθά, με τα πάθη και την Σταύρωση του Χριστού, όπως του Φιλερίμου. Οι στάσεις ήταν από πωρόλιθο και σε κάθε μία υπήρχε χάλκινη πλακέτα .
Οι στάσεις του μαρτυρίου οδηγούσαν στο ύψος του λόφου σε σταυρό 8 περίπου μέτρων με τον Εσταυρωμένο. Κάθε χρόνο στη γιορτή του Καθολικού Πάσχα με τον ιερέα τους, έκαναν την αποκαθήλωση Του.
Οι στάσεις του μαρτυρίου οδηγούσαν στο ύψος του λόφου σε σταυρό 8 περίπου μέτρων με τον Εσταυρωμένο. Κάθε χρόνο στη γιορτή του Καθολικού Πάσχα με τον ιερέα τους, έκαναν την αποκαθήλωση Του.
Τον οικισμό που δημιούργησαν οι Ιταλοί στον Κάτω Καλαμώνα, τον ονόμασαν “ΡΕVERAGΝΟ”, προς τιμή της συζύγου του πρώτου Ιταλού Διοικητή της Ρόδου, ΜΑRIO LAGO , η οποία ονομαζόταν “Οκταβία” και καταγόταν από ένα μέρος της Ιταλίας που είχε αυτό το όνομα. Για αυτό, ο ΜΑRΙΟ LAGO, υποστήριζε αυτούς που είχαν εγκατασταθεί εδώ και τους ενέκρινε δάνεια πολλά. Διευθυντής του οικισμού του Καλαμώνα, ήταν ο ‘Εκτωρ Μοντάνια (ΗECTOR ΜΟΝΤΑΝΙΑ), οικονομολόγος και υποδιευθυντής, ο Φίλιππος Αργιέντης (FILIPPO ΑRIΕΝΤΙ).
Όπως προαναφέραμε, οι αγροικίες που είχαν κτίσει οι Ιταλοί στον Κάτω Καλαμώνα, ήταν περίπου 45 και έφθαναν από τα σύνορα Δαματριάς, μέχρι τα σύνορα του Θολού και κοντά στην Κοιλάδα του Καλαμώνα. Το υλικό που χρησιμοποίησαν για το κτίσιμο τους ήταν “πέτρα”. Το πέτρωμα αυτό βρέθηκε όταν άνοιγαν τον δρόμο προς τον υδρόμυλο, της Κοιλάδας.
Στη συνέχεια, όμως, κατασκεύασαν και ένα “κεραμοποιείο” που παρήγαγε “Τούβλα” συμπαγή, τετράγωνα και στρογγυλά για τις κολώνες. Με αυτά τα τούβλα έκτισαν και τα κυβερνητικά κτίρια της κεντρικής πλατείας του οικισμού, καθώς και το κτίριο του Σχολείου. Στο τουβλοποιείον αυτό δούλευαν 5 άτομα, μεταξύ των οποίων ήταν οι Θολοενοί, Νικολίκος Παναγιώτης του Αυγερινού, Στρατής Γεώργιος του Παναγιώτη, Νικόλαος Νικολίκος του Αυγερινού και Μανώλης Τσαλώλης του Νικολάου. Το τουβλοποιείο αυτό, ως κύριο χώρο είχε ένα υπόστεγο στρωμένο με τσιμέντο και επίπεδο τελείως, για να μην στραβώνουν τα τούβλα που τα έπλαθαν και τα τοποθετούσαν εκεί. Το υπόστεγο ήταν σκεπασμένο με λαμαρίνες. Παραδίπλα ήταν ο φούρνος για το ψήσιμό τους. Κάθε φορά που ήταν έτοιμα 40 χιλιάδες τούβλα, τότε άναβε ο φούρνος. Ο Μανώλης Τσαλώλης ήταν εκείνος που ανακάτευε τη λάσπη και ο Νικόλαος Νικολίκος, κουβαλούσε τη λάσπη στους άλλους και “ καλούπιαζαν” τα τούβλα.
Στη συνέχεια, όμως, κατασκεύασαν και ένα “κεραμοποιείο” που παρήγαγε “Τούβλα” συμπαγή, τετράγωνα και στρογγυλά για τις κολώνες. Με αυτά τα τούβλα έκτισαν και τα κυβερνητικά κτίρια της κεντρικής πλατείας του οικισμού, καθώς και το κτίριο του Σχολείου. Στο τουβλοποιείον αυτό δούλευαν 5 άτομα, μεταξύ των οποίων ήταν οι Θολοενοί, Νικολίκος Παναγιώτης του Αυγερινού, Στρατής Γεώργιος του Παναγιώτη, Νικόλαος Νικολίκος του Αυγερινού και Μανώλης Τσαλώλης του Νικολάου. Το τουβλοποιείο αυτό, ως κύριο χώρο είχε ένα υπόστεγο στρωμένο με τσιμέντο και επίπεδο τελείως, για να μην στραβώνουν τα τούβλα που τα έπλαθαν και τα τοποθετούσαν εκεί. Το υπόστεγο ήταν σκεπασμένο με λαμαρίνες. Παραδίπλα ήταν ο φούρνος για το ψήσιμό τους. Κάθε φορά που ήταν έτοιμα 40 χιλιάδες τούβλα, τότε άναβε ο φούρνος. Ο Μανώλης Τσαλώλης ήταν εκείνος που ανακάτευε τη λάσπη και ο Νικόλαος Νικολίκος, κουβαλούσε τη λάσπη στους άλλους και “ καλούπιαζαν” τα τούβλα.
‘Όταν ανέλαβε στα 1936 ο DE VECCI, αντικαταστάτης του ΜΑRΙΟ LAGO, έπαψε να χορηγεί άφθονα δάνεια, οπότε και η εταιρεία αποδυναμώθηκε. Τότε οι Ιταλοί, αφού “αποκλάδισαν” όλους τους γύρω λόφους, τους φύτεψαν αμπέλια, νομίζοντας ότι το έδαφος ήταν κατάλληλο και για αμπελοκαλλιέργειες. Οι λόφοι όμως είχαν έδαφος “αργιλλώδες” και τα αμπέλια δεν απέδωσαν σύμφωνα με τις προσδοκίες τους. Οπότε, με κυβερνητικό διάταγμα διελύθη η Εταιρία, η οποία όπως και το σύνολο των αγροκτημάτων του Καλαμώνα, περιήλθε στο Ιταλικό Δημόσιο και το προσωπικό που ήταν όλοι Ιταλοί παρέμεινε και συνέχισε να πληρώνεται από το Ιταλικό Δημόσιο μέχρι και την απελευθέρωση.
Οι Ιταλοί είχαν κτίσει μοναστήρι πάνω στον απότομο βράχο, ύψους 100μ. περίπου, που από τη μία είχε μονοπάτι, αλλά όταν το βλέπουμε από τα “Μαλά”, καθώς προχωράμε προς την Καλόπετρα, φαίνεται σαν ένας απότομος “γκρεμός”. Οι παλιοί θολοενοί το αποκαλούν “Καστρί” ( γιατί προϋπήρχαν ερείπια ενός μικρού, παλιού βυζαντινού Κάστρου, με μικρό εκκλησάκι, το οποίο αφού κατεδάφισαν έκτισαν το δικό τους “San Giorgio”. Με την κήρυξη όμως του ο Ελληνοϊταλικού πολέμου, την 28η Οκτωβρίου του 1940, αμέσως από την πρώτη μέρα, οι Ιταλοί κατεδάφισαν και το δικό τους “San Giorgio” καθώς και τον Σταυρό του Φιλέρημου, στη Ιαλυσό, για να μην δίνουν στόχο στα εχθρικά αεροπλάνα.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: «Η Κοιλάδα του Πελεκάνου ή Η Κοιλάδα με τις Πεταλούδες στον Καλαμώνα, Θεολόγου ,Ρόδου» Βασίλειος Ν. Παπανικολάου
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου