Η ζωή στη Ρόδο έως το 1912
Η ζωή στη Ρόδο έως το 1912
Με την ανακήρυξη του νέου Ελληνικού κράτους η Ρόδος καθώς και η Κως εξακολούθησαν να κυβερνώνται σαν Oθωμανικές Επαρχίες τα άλλα νησιά ξαναγύρισαν στην αυτοδιοίκηση.
Εξακολουθεί ή ίδια καταθλιπτική ζωή, εργάζονται, πληρώνουν φόρους, καμιά πρόοδος, σχολεία δεν υπάρχουν σ’ όλη
την ύπαιθρο ίσα με τα τέλη του αιώνα.
Στην πόλη Ρόδο Ιδρύθηκε στα 1833 το Άλληλοδιδακτικόν σχολείον, όταν ήταν μητροπολίτης ό Παίσιος Καμπάνης, πού εξακολούθησε να λειτουργά σαν Δημοτικό και Ελληνικό σχολείο με επτά ή οχτώ τάξεις σχεδόν έως τα τελευταία χρόνια της Τουρκοκρατίας.
Η ιδία αμάθεια εξακολουθεί στα χωριά, όπως περίπου στα πρώτα χρόνια της δουλείας. Εκείνοι πού κατορθώνουν να μάθουν λίγα γράμματα κοντά σε άλλους μισομορφωμένους λίγοι είναι κι’ αυτοί — αφού μάθουν και πρακτική ψαλτική, είναι οι μόνοι αρμόδιοι να γίνουν παπάδες και να καθοδηγήσουν το ποίμνιο, πού τούς εμπιστεύεται η ‘Εκκλησία και το ‘Έθνος.
‘Η ζωή κυλά με τον ίδιο ρυθμό , οι Έλληνες με
την εργατικότητα τους αρχίζουν να προοδεύουν και να εκτοπίζουν τούς Τούρκους γαιοκτήμονες, αγοράζοντας ακίνητα, πού είχαν πάρει σαν τιμάρια από τον καιρό της κατάκτησης, οι Τούρκοι.
Όλα τα καταστήματα της παλαιάς αγοράς, όλα τα σπίτια του κάστρου και οι κήποι γύρω από την πόλη Ρόδο έως τη Μίξη και τα Σγουρού , και δύο ολόκληρα χωριά — Δαματριά, και θΟΛΟΣ— ήταν ΤΟΥΡΚΙΚΑ ΤΣΙΦΛΙΚΙΑ και ΠΟΛΛΑ ΚΤΗΜΑΤΑ τα καλύτερα, σε Κρεμαστή, Παστίδα, Παραδείσι, Σάλακο, Καλαβάρδα, ήταν πλούσιων αγάδων κι άλλων κτηματιών ή καλλιεργητών.
Πολλοί Έλληνες από την πόλη Ρόδο πήγαιναν σαν μετανάστες στην Αίγυπτο όπου είχαν εγκατασταθεί πλούσιες οικογένειες, πού καταγίνονταν με το εμπόριο κυρίως τού βαμβακιού, και με άλλα επαγγέλματα.
Ο αγροτικός κόσμος μετανάστευε στη Μικρασία "Ανατολή" όπως την έλεγαν .Οι κάτοικοι των ορεινών χωριών, πού δεν είχαν αρκετά εισοδήματα πήγαιναν στην "Ανατολή", εργάζονταν, σαν χτίστες ή εργάτες, ορισμένο διάστημα και γύριζαν πάλι στις οικογένειες τους, συνεχίζοντας τις γεωργικές εργασίες τους.
Οι περισσότεροι πήγαιναν για ένα εξάμηνο έσπερναν τον χειμώνα και την άνοιξη πήγαιναν στη Μικρασία, από την Σμύρνη, έως τ’ Άϊδίνι, στη Φώκαια, Μαινεμένη, Άξάρι, Βουρλά, Κρήνη-Τσεσμέ Κασαμπά κ.ά. πόλεις, δούλευαν εκεί όλο το καλοκαίρι κι’ έπειτα γύριζαν στα χωριά τους.
Στο διάστημα πού έλειπαν, τούς αντικαθιστούσαν οι γυναίκες με τα παιδιά στις γεωργικές εργασίες, εθέριζαν, αλώνιζαν, έκαμναν την συγκομιδή των καρπών κι έτσι δεν παραμελούσαν τη γεωργία.
Άλλοι, από την πόλη Ρόδο, ταξίδευαν στα Νότια παράλια, Μαρμαρά, Μάκρη, Αττάλεια, Άδανα, όπου καταγίνονταν με το εμπόριο, μεταφέροντας διάφορα προϊόντα για πώληση στη Ρόδο. Άλλοι πήγαιναν σαν τεχνίτες ή καταγίνονταν με τα κτήματα.
Μ’ αυτό τον τρόπο το ‘Ελληνικό στοιχείο αρχίζει να υπερτερεί τού Τούρκικου στον οικονομικό τομέα, ενώ στα παλαιότερα χρόνια συνέβαινε το αντίθετο. Οι Τούρκοι τότε είχαν την υπεροχή, κυρίως στη Ρόδο και στα περίχωρα.
Από τα 44 χωριά της Ρόδου μόνο ο ΚΑΛΑΜΩΝΑΣ, ΠΑΝΩ καί ΚΑΤΩ, ένα χωριουδάκι σε δύο τμήματα , ήταν τουρκικό, τα άλλα ήταν ελληνικά χριστιανικά με μουσουλμάνους Μωαμεθανούς κατοίκους στη Σάλακο, Αρνίθα, Ιστριο, Λίνδο και Κατταβιά ήταν τόσο λίγοι απέναντι του χριστιανικού και ελληνικού στοιχείου, ώστε εκτός από την Σάλακο. όπου μιλούσαν παράλληλα με τα τουρκικά και τα ελληνικά, στα άλλα μιλούσαν μόνο ελληνικά, γιόρταζαν τυπικά την Παρασκευή, αλλά και τις χριστιανικές γιορτές, μερικοί μάλιστα εργάστηκαν και σαν επίτροποι της εκκλησίας
και άλλοι πλειοδοτούσαν να πάρουν την εικόνα της Παναγίας Σκιαδενής μετά την πανήγυρη στο σπίτι τους να διανυκτερεύσει, γιατί το είχαν τάμα....
Πηγή "Ιστορία της Ρόδου"Χ.Ι.Παπαχριστοδούλου
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου